elpenorartepoetica.bolgspot.com

Δευτέρα 17 Απριλίου 2017

ΠΕΝΤΕ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΟΥΑΝ ΜΑΝΟΥΕΛ ΝΤΕ ΦΑΡΑΜΙΝΙΑΝ ΓΚΙΛΜΠΕΡΤ

ΠΕΝΤΕ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΤΟΥ ΧΟΥΑΝ  ΜΑΝΟΥΕΛ ΝΤΕ ΦΑΡΑΜΙΝΙΑΝ ΓΚΙΛΜΠΕΡΤ
ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ
Στη Μαρία Ντολόρες
Μετάφραση: Α. Στεργίου
Στη θάλασσα των ματιών σου καταφέρνω να χαθώ, με τέτοιο τρόπο, που δε μπορώ να ξέρω
εάν είναι μια θάλασσα ή ένα δάσος.
Στον πράσινο βυθό τους βρίσκω το σύμπαν που ψάχνω,
και στις νύχτες της αϋπνίας με αδράχνει η τρυφερότητα της ματιάς σου
πάντα αεικίνητη στο εσωτερικό των πραγμάτων και των όντων.
Είναι τα μάτια σου η συνάντηση
όλων των κόσμων μου γιατί μέσα τους κατοικεί η εσωτερική φλόγα που σε τρέφει· γι αυτό, δε ξέρω
εάν είναι μια θάλασσα ή ένα δάσος.
Ξέρω μόνο ότι είναι βαθιά και μεταβλητά
ότι είναι έντονα και λαμπερά ότι εύκολα κλαίνε ίσως, με τόσες νοσταλγίες
και τόσες αναμνήσεις που αντικατοπτρίζονται
στα κύματά τους, ή στα φύλλα τους, λοιπόν δε ξέρω εάν είναι μια θάλασσα ή ένα δάσος.
Αλλά ξέρω ότι περιέχουν τόσα πράγματα,
ότι περικλείουν τόσες ζωές, ότι κρύβουν τόσα μυστήρια, κι ωστόσο, παραμένουν σταθερά παρά τις αλλαγές.
Είναι τα μάτια σου
ο καλύτερος δρόμος για τη συνάντηση,
οδηγός,
για τον μοναχικό διαβάτη που αναζητά, όπως κάθε περιπλανώμενος, το φως
που κατευθύνει τις ανησυχίες του.
Γιατί αυτό το φως που τρεμοπαίζει στις κόρες σου,
δεν είναι ένα οποιοδήποτε φως, αλλά το δικό σου φως, το φως του δικού σου δρόμου· ο δρόμος
της γαλήνης σου και των πραγμάτων σου, που ξεχειλίζει στη ματιά σου.
Γι αυτό, κάθε φορά που εισχωρώ
στη θάλασσά σου, ή στο δάσος σου, χάνομαι σε αυτό, όπως χάνεται ο θαλασσοπόρος
ή όπως περιπλανιέται ο ταξιδιώτης.
Γιατί
ίσως, τα μάτια σου είναι
μια θάλασσα από καθάρια φύλλα ή ένα δάσος από πράσινα κύματα.



ΑΝΟΧΗ
Μετάφραση: Α. Στεργίου
Στο κρίσιμο σημείο όπου περικλείεται
η αληθινή αλλά ημιτελής απάντηση, που συλλαμβάνει το αίνιγμα και την αιτία,
ψάχνω το κλειδί της συναδέλφωσης των αντιθέτων στην ομόνοια της αγάπης και της επιμειξίας.
Η παράδοση δεν είναι επαρκής αλλά είναι σίγουρη, η θέληση
που αποσυνθέτει τα ψέματα, ψάχνοντας να αποκαλύψει μια για πάντα
τα κλειδιά της ειρήνης και της φρόνησης.
Στο αίνιγμα διατηρώ την θέληση της σταθερότητάς μου και ψάχνω με τολμηρό ζήλο την ελευθερία της σκέψης και της ύπαρξης επίσης, που τόσο ποθώ
σε έναν κόσμο καθολικό που να μας αξίζει
Για μια Ανθρωπότητα χωρίς διαφορές, γι’ αυτό το πανάρχαιο σπίτι που μας στεγάζει, για μια αβέβαιη προσπάθεια αλλά εφικτή
για να ανακαλύψει ην ανθρώπινη ύπαρξη μες στο μυστήριό της.


ΑΝΟΙΓΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ
Μετάφραση:Α. Στεργίου
Όταν φυλάμε την ειρήνη στη σοφίτα της μνήμης, η λήθη κι η μνησικακία κάνουν τον μίζερο κόσμο
να χάνει την πυξίδα και τον ρυθμό του που βρίσκεται σε αναμονή, σε αυτή τη μεταβαλλόμενη εποχή, εκείνων που αισθάνονται την αδηφάγο παρόρμηση για να βρουν
τον λόγο ύπαρξης αυτής της ατίμωσης.
Ψάχνω, ανάμεσα στα ράφια
συμπαγών βιβλιοθηκών, την απάντηση στα βιβλία, αλλά δε βρίσκω το σημείο καμπής
που θα με οδηγήσει στην ειρήνη σαν το ποθητό κλειδί.
Ούτε ο Καντ, ούτε ο Δάντης καταφέρνουν να εκπληρώσουν τις επιθυμίες μου, ούτε στους μυστικιστές
της Ανατολής και της Δύσης κατορθώνω να καλμάρω τις ανησυχίες μου, με τόση εξωτερική βία.
Τι αβέβαιος κόσμος, όπου δεν έχουμε μάθει ακόμη
να κλίνουμε το ρήμα της ειρήνης!
Μας μένει λοιπόν,
να ανοίξουμε την καρδιά της εποχής μας, και να μάθουμε να ανακαλύπτουμε, στην άσκηση της ζωής, την τέχνη της γαλήνης
και την επίκληση της ανοχής, ώστε, με ενσυναίσθηση η Ανθρωπότητα να προχωρά
ταυτόχρονα με την Ομόνοια.


ΕΤ IN ARCADIA EGO
Μετάφραση: Σ. Καραγιάννης
I
Γύρω απ’ τους ανθρώπους όλα φαίνεται να έχουν τελειώσει.
Αλλά, πέρα απ’ το δάκρυ το παραμένον, αυτού που συνεχίζει να ψάχνει,
υπάρχει μια σταθερή συνείδηση μιας βαθιάς πεδιάδας που, στο βάθος κάθε αινίγματος,
φυλάει όλα τα πιθανά δάκρυα της αναζήτησης, της μοναξιάς, της σταθερής
αγωνίας του να βρεθεί αυτό που υπήρξε και χάθηκε.
Σε κάθε ύπαρξη θεμελιώνεται η πρόκληση πάνω στο σημείο καμπής της ίδιας της της πορείας.
‘Όπως το ψυχρό ατσάλι του σπαθιού του δήμιου,
αναπολώ το δρόμο που έκανα και που λησμόνησα, τη βίαιη θύελλα στο γείσο
του παμπάλαιου οικοδομήματος του ρημαγμένου από το χρόνο ή τα κύματα, αντανακλώντας κάποιες μορφές στον αφρό.
Tα δάκρυα τόσων ζωών που σήμερα συνοψίζω σε ένα μόνο, στην παρειά μου του νέου προσκυνητή,
τα ενώνω με εκατό ελλιπείς αναπολήσεις, τα ενώνω με χίλιες ασαφείς αναμνήσεις στο ημίφως της αβέβαιης εικόνας.
Αλλά οι θάλασσες, οι ουρανοί, τ’ αστέρια, τα δάκρυα αυτού του νεανικού προσώπου είναι εκείνα τα ίδια που υπήρξαν
στο Τιμπουκτού, στο Ουλανμπατόρ ή στο Τικάλ.
Πάντοτε επαναλαμβάνονται τα σταθερά πράγματα πέρα μακριά απ’ το χρόνο που διαβρώνει τις μορφές και ξευτελίζει τις αναμνήσεις.
Αυτές είναι η γέφυρα που συνδέει την περιπλανώμενη συνείδησή μου
με τη ζωή των άλλων ζωών, με τα ερωτήματα των άλλων καιρών,
με την ανάγκη του να είμαι περισσότερο ον, διερωτώμενος ποιος είμαι.
II
Θάλασσα δίχως σύνορα, όλος ο κόσμος μια θάλασσα.
Αυτό που ο άνθρωπος δε ξέρει ήδη το ξέρω; ότι η ελπίδα
ασφυκτιά μέσα στην άγνοια πια το πιστεύω; ότι η ηλιθιότητα
θρέφει την αγριότητα πια το νιώθω; ότι μπουχτίσαμε πια
απ’ τα τόσα ψέματα της ύπαρξης ήδη το βλέπω.
Θάλασσα δίχως σύνορα, όλος ο κόσμος μια θάλασσα.
Μου προσφέρουν εξόδους μέσα από πόρτες κλειστές, μου υποδεικνύουν διαδρομές
εκεί όπου τελειώνουν οι δρόμοι, μου περιγράφουν το αίνιγμα με ένα στείρο συλλογισμό, μου πιάνουν το χέρι
και ενδύονται το μανδύα της κόλασις μου.
Θάλασσα δίχως σύνορα, όλος ο κόσμος μια θάλασσα.
Μη μου πείτε τίποτα πια, δε θέλω τιποτ’ άλλο εκτός από τη γνώση
που δυναμώνεται μέσα στην αηδία της ίδιας μου της άγνοιας, και στην παραμένουσα απέχθεια για την ελεύθερη δράση αυτών που εξαπατούν κι εκείνη την απέραντη θλίψη
για την απόκρυψη των μυστηρίων, για τη τόση ασχήμια και τη τόση έλλειψη τακτ.
Μη μου πείτε τίποτα πια, δε θέλω τίποτα’ άλλο, γιατί κι εγώ επίσης, κι εγώ
<<ήμουν στην Αρκαδία>>.


Χουάν Μανουέλ ντε Φαραμινιάν Γκίλμπερτ
Ποιητικό Μανιφέστο
Κίνημα “Φυσική Υπερβατικότητα”
Μετάφραση Σ.Καραγιάννης
Πολλές είναι οι διακλαδώσεις της ποιητικής εκδήλωσης που έχουν βαφτιστεί και αναβαπτιστεί με διάφορα ονόματα, τα οποία επιχειρούν να καλύψουν τα ποικίλα ρεύματα της αισθητικής σκέψης. Δε πρόκειται για μια σύγχρονη προσπάθεια; οι ποιητές, πέρα από τη δημιουργική τους μοναξιά ομοούσια του επαγγέλματός τους, προσπαθούν να συγκροτηθούν σε κινήματα που θα τους επιτρέψουν να δημιουργήσουν ομαδικές συνθέσεις εντός των οποίων θα μπορούν να ενσωματώσουν μορφές θεώρησης και γραφής της ποίησης.
Η αισθητική κατάπτωση που έχει υποστεί η κοινωνία των αρχών του ΧΧΙ αιώνα και η σύγχυση στην οποία οδηγείται η τρέχουσα κοινότητα, μαζί με την απώλεια σεβασμού των βαθιών αξιών της ανθρώπινης κατάστασης, μας κάνουν να σκεφτόμαστε ότι η αλλαγή του αιώνα και της χιλιετίας αποδεικνύεται ιδιαιτέρως τραυματική.
Ο ΧΧ αιώνας φαίνεται να ήταν ένας από τους πιο συγκρουσιακούς για την ανθρωπότητα γιατί ενσάρκωσε δυο παγκόσμιους αδελφοκτόνους πολέμους κι επέκτεινε τη γενοκτονία σε διεθνή κλίμακα. Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι επρόκειτο για έναν αιώνα άκαρπο κι ημιτελή, αν λάβουμε υπόψη ότι γεννιέται μα τον πρώτο Μεγάλο Πόλεμο και πεθαίνει με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Ωστόσο, μαζί με την ωμότητα της εξέλιξής του, σημαδεμένη από το μίσος μεταξύ των εθνών, εκδηλώθηκαν επίσης εποικοδομητικές πρωτοβουλίες με σκοπό την υπεράσπιση και την εγγύηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, της ισότητας των δυο φύλων, της μη διάκρισης των φυλών, της θρησκευτικής ανοχής, που έχουν προσπαθήσει να ανοίξουν δρόμο με τεράστια δυσκολία σε έναν αντίξοο κόσμο.
Σε αυτό το γενικό πλαίσιο των εξαντλητικών αντιφάσεων με το οποίο έχουμε εισέλθει στον καινούριο αιώνα αξίζει να θυμηθούμε τα κριτήρια που ο Πίκο ντε λα Μιράντολα εξέθεσε στο έργο του Ομιλία για την Αξιοπρέπεια του Ανθρώπου όταν η Αναγέννηση άφηνε τον μεσαιωνικό σκοταδισμό, για να μας φέρει πιο κοντά σε μια βαθύτερη αναζήτηση της έννοιας του Ανθρωπισμού.
Η ωφελιμιστική σκέψη δεν έχει δώσει τους αναμενόμενους καρπούς κι η παρακμή της έχει αφήσει μια εξαντλημένη γενιά, χωρίς φανερό ιδεολογικό μέλλον. Ο άνθρωπος αναρωτιέται ξανά τι υπάρχει πέρα από τη δική του φύση, από που ερχόμαστε, που πάμε, γιατί πραγματοποιούμε αυτό το σύνολο ζωτικών εμπειριών και σε τι μας χρησιμεύουν. Σέρνουμε τα παλιά συμπλέγματα του προηγούμενου αιώνα, ακόμα και της προηγούμενης χιλιετίας. Η Ανθρωπότητα πρέπει να βρει άλλους διαύλους έκφρασης που θα της επιτρέψουν να εκδηλώσει αυτό που κάθε άνθρωπος φέρει μέσα του και γι αυτό η ποίηση είναι ένα βάσιμο εργαλείο.
Mέσα από την ποιητική παρόρμηση μπορούμε να σκίσουμε τα πέπλα του ασυνειδήτου και να ανακαλύψουμε, για εμάς και τους υπόλοιπους, την ουσία της ανθρώπινης κατάστασης. Γι αυτό το λόγο, είναι επείγον κι απαραίτητο να
σχηματιστεί ένα αισθητικό κίνημα που μέσα από τη λέξη θα μεταγράψει τις εσωτερικές καταστάσεις, σε μια αναζήτηση της “φυσικής υπερβατικότητας”.
“Υπερβατικότητα”, γιατί δεν περιορίζεται ούτε συμβιβάζεται με το υλικό σύμπαν, αλλά προσπαθεί να ανασύρει εκ βαθέων τις αιτίες που γεννούν την υπαρξιακή και “φυσική” εξέλιξη γιατί δε βασίζεται σε φανταστικές καταστάσεις έκστασης, αλλά στη καθημερινότητα, δηλαδή στην καθημερινή άσκηση του ζην, με απλότητα και χωρίς υπερβολικές αντιδράσεις.
Η δύναμη της λέξης εντυπώνει στις ιδέες μια καταλυτική επίδραση , που προκαλεί στο μυαλό του ανθρώπου σημαντικές αλλαγές, οι οποίες τον οδηγούν σταδιακά σε υψηλότερες συνειδησιακές καταστάσεις. Αυτή “η σοφία του καθημερινού”, του φυσικού, είναι το καλύτερο αντίδοτο κατά της αβεβαιότητας της απαρχής και του τέλους, επειδή στο εσωτερικό του κάθε ένα από μας βρίσκονται οι απαντήσεις στα μικρά και μεγάλα ερωτήματα κι η ποίηση είναι το κλειδί με το οποίο ανοίγουμε την κιβωτό που περιέχει τις πιο περίπλοκες έννοιες που εξηγούν την ανθρώπινη ύπαρξη.
Με αυτά τα εργαλεία πρέπει να προσεγγίσουμε τον ΧΧΙ αιώνα, έναν αιώνα που πρέπει να εξορκίσει τις δυσμενείς επιδράσεις του προηγούμενου και να αναζητά στο βάθος κι όχι στην επιφάνεια, αν θέλει να μην αποτύχει ως εφήμερο σχήμα της ανθρώπινης εκδήλωσης. Δε θα πρέπει να εξετάζει εξονυχιστικά την υπερβατικότητα σε κλειστούς κύκλους, ούτε να διεισδύει σε λαβύρινθους της σκέψης που θα το κάνουν να περιπλανιέται άσκοπα, αλλά να βρει τα απλά κλειδιά του καθημερινού, με ανανεωμένη πνοή έτσι όπως χρειάζεται για να μπορέσει να φτάσει σε μια ανάταση, στην «φυσική υπερβατικότητα».


Έξι Ποιήματα του Χοσέ Κάρλος Ροσάλες

Έξι Ποιήματα του Χοσέ Κάρλος Ροσάλες
ΤΑ ΣΑΝΔΑΛΙΑ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ Σ’ ΕΝΑ ΚΟΥΤΙ
Μετάφραση Σ. Καραγιάννης
Είδα τα σανδάλια που φορούσες στον Κάβο Γάτα εκείνες τις μέρες του Αυγούστου ή του Σεπτέμβρη: ήταν στο κουτί τους, ξεχασμένα, κι είχαν, μετά από τόσο καιρό, σημάδια ενός καλοκαιριού
απολύτως ευτυχισμένου: κόκκους χαρούμενης άμμου, ίχνη γαλάζιου ήλιου.
Το πρωί είδα τα σανδάλια σου, σε περίμεναν να πας να τους δώσεις ζωή·
αλλά βρέχει καταρρακτωδώς κι απομένουν αρκετοί καλοκαιρινοί μήνες συννεφιάς και καταιγίδας. Ήταν τα σανδάλια σου τόσο μόνα που το φθινόπωρο έχει γίνει τελωνείο ή φυλακή, ζώνη περάσματος, κλουβί.
Χαμένα στο βάθος του συρταριού μιας ντουλάπας τα σανδάλια σου περιμένουν αυτό που κι εγώ περιμένω:
να περπατήσουμε πάνω στην άμμο, να αισθανθούμε το δέρμα του αέρα, τα βήματά σου να μας πάρουν μακριά από εδώ αύριο.


ΠΑΚΕΤΟ ΕΞΠΡΕΣ
Μετάφραση;Α.Στεργίου
Περιοχή δίχως ταχυδρομεία ούτε τηλέγραφο, όπου σχεδόν δεν υπάρχουν ξενοδοχεία: ερημωμένα παρουσιάζουν ένα τοπίο από αβέβαιους διαδρόμους και σαλόνια
που μυρίζουν υγρασία. Μας πληροφορούν για έναν κόσμο που άλλαξε τόπο κατοικίας σβήνοντας απ το μητρώο κάθε ίχνος.
Όλα έχουν τη τιμή τους όταν δραπετεύεις.










ΕΙΚΟΣΙ ΜΙΑ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ, ΤΕΤΑΡΤΗ
Μετάφραση Α. Στεργίου
Μερικά όνειρα τριγυρίζουν σε άδειες κάμαρες όπου τα μάτια περιπλανώνται, φυλακισμένα και μόνα,
σε αναζήτηση μιας γαλήνης φανταστικής, ανώφελης.
Το ημερολόγιο μόλις που διατηρεί ανάμεσα στις γραμμές του την αξία του παρελθόντος και την τιμή κάποιων ημερών που τελειώνουν κι επιστρέφουν, ακούραστες και θολές.
Το καλοκαίρι δραπετεύει, ο χειμώνας δεν έρχεται, και τα όνειρα περιμένουν καταλαμβάνοντας ένα κενό.
TΑ ΦΤΕΡΑ ΕΝΟΣ ΠΟΥΛΙΟΥ
Μετάφραση  Α. Στεργίου
Σε σκέφτομαι όταν κοιτάζω την ομορφιά των μικρών πραγμάτων: τα φτερά ενός πουλιού που πετά ή τη σιωπή
μιας πέτρας αποκομμένης από τον κόσμο.
Σε σκέφτομαι σχεδόν πάντα. Σε σκέφτομαι χωρίς να το ξέρω. Κοιτάζοντας τα πράγματα,
βλέπω ότι κάθε ένα φέρει μέσα του κάποιο δικό σου, κι όλα μαζί είναι ό,τι εσύ μου έχεις δώσει:
κίνηση και ανάπαυση, τη βεβαιότητα του να ξέρω αυτό που έχω.
Όταν κοιτάζω τα μικρά πράγματα του κόσμου, βλέπω εσένα: σε βλέπω όταν κοιτάζω την ομορφιά του κόσμου.




ΕΞΙ ΙΟΥΝΙΟΥ, ΔΕΥΤΕΡΑ
Μετάφραση Σ. Καραγιάννης
Απομακρύνεται ο ορίζοντας όταν πλησιάζεις, φαίνεται να σε περιμένει όταν τον κοιτάζεις, έτσι ακριβώς συμβαίνει και με τα όνειρα:
πάντα είναι κοντά, και μακριά, και δεν υπάρχουν, σαν το φως των αστεριών που ξεθωριάζει καθώς φτάνει με θράσος το πρωινό.



ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ
Μετάφραση Α. Στεργίου
Όταν φτάνω στο σπίτι και στο σπίτι δεν είσαι, στο σπίτι είμαι μόνος:
μόνο εγώ είμαι.

Κι όταν φτάνω στο σπίτι και στο σπίτι είσαι εσύ, στο σπίτι είναι ο κόσμος, και στον κόσμο, οι δυο μας.

ΕΞΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΟΥΑΝ ΝΤΕ ΛΟΞΑ

ΕΞΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΟΥΑΝ ΝΤΕ ΛΟΞΑ
ΕΙΧΕ ΦΤΑΣΕΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
Μετάφραση:Α. Στεργίου
Κι αν είναι να δώσω μια μαρτυρία για την εποχή μου αυτή είναι: ήταν βάρβαρη και πρωτόγονη αλλά ποιητική.
Ερνέστο Καρδενάλ
Ήταν πιο ξένος από σένα πιο λυπημένος από σένα…
Μ. Βάθκεθ Μονταλμπάν


           Όλοι ήταν Καβάφης κι ο Λουίς Θερνούδα είχε καταλάβει ένα σημείο πρόσβασης πιο δύσκολο στη βιβλιοθήκη, ένα ράφι που έπρεπε να το φτάσεις με σκάλα.
Ο Καβάφης μπροστά στα μάτια τους, εύκαιρος, νέα παραλαβή και στην καλύτερη θέση του καναπέ, με αυτό το κροσσωτό φως που έρχεται απ τον κήπο κι ένα λικέρ στο τραπέζι: ποτήρι από οπάλιο, μπουκάλι από κρύσταλλο Βοημίας, χείλη έτοιμα να μοιραστούν το ίδιο
με τα μάτια: άλλους στίχους για πολλά σώματα, ποιήματα επιδρομείς όπως ένας γλυκός λεκές από λάδι που απλώνεται
πάνω στα γραφεία ή τα θρανία των αιθουσών:
o Καβάφης μαζί σου στη βόλτα, όπως ένας μυστικός έρωτας, υπεκφεύγοντας ματιές, αν και εκατοντάδες
ή χιλιάδες ζεύγη ματιών
συμπίπτουν την ίδια στιγμή και με την ίδια προσοχή.
Την δεκαετία του 70 του προηγούμενου αιώνα, συνέβησαν τα γεγονότα:
Πολ                             Όλοι ήταν Κωνσταντίνος Καβάφης κι άφησαν το στίγμα τους
στο χαρτί ή στα τατουάζ.
Ύστερα, με εφτά κλειδιά και κλεισούρα, φύλαξαν αυτό το άρωμα. Και τότε είναι που ξανάμεινε «απολύτως μόνος», ποιητής δίχως κόλπα, παρατηρώντας σε και παρατηρώντας τους.
Κάποιες φορές τον βλέπουν
με τις βαλίτσες του που φέρουν αυτοκόλλητα από τα ξενοδοχεία της Ιθάκης ή οποιουδήποτε άλλου μέρους του κόσμου,
αφήνοντας μέρος των αποσκευών του σε φοιτητικές κάμαρες πανδοχείων που, ανακαλύπτοντάς το, αρχίζουν την περιπέτειά τους
σε νέες εκδόσεις του ίδιου ή άλλων μεταφραστών
αλλά του ίδιου συγγραφέα αν και νεότερου.
Χουάν ντε Λόξα,2001 (ανέκδοτο)


ΕΚΠΤΩΤΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ
Μετάφραση Σ. Καραγιάννης
Στον Κώστα Τσιρόπουλο
Και πάνω στον άνεμο ανέβηκε ο άγγελος και πάνω στον άγγελο ανέβηκε ο άνθρωπος και πάνω στον άνθρωπο ανέβηκε ο έρωτας
Ραφαέλ Αλμπέρτι
Κατέβηκαν οι άγγελοι, με αλεξίπτωτα, πάνω στις ταράτσες της πόλης, (αλλά ένας έπεσε στη θάλασσα).

Εκείνοι οι άγγελοι στους
Εκείνοι οι άγγελοι στους οποίους ο Θεός ανακάλεσε την άδεια της πτήσης,
είχαν μια υποχρέωση με τα αρχαία βρέφη που ζήτησαν βοήθεια στους εφιάλτες τους ανάμεσα στις τέσσερις γωνιές του κρεβατιού.
Είχαν παυτεί οι άγγελοι κι εκείνοι δραπέτευσαν με τα κλεμμένα αλεξίπτωτα
από τ’ αεροπλάνα, γιατί αγάπαγαν τα βρέφη τους
                          τώρα γερόντια δίχως μητέρα
κι ήθελαν να τους ψιθυρίσουν ένα παραμυθάκι στ’ αυτί, μαζί με ένα γαργαλιστικό χαμόγελο
από φτερά.
Aλλά οι χωροφύλακες τους κατάσχεσαν τα φτερά, (μαζί με πέντε γραμμάρια από αστερόσκονη) κι έπρεπε να χρησιμοποιήσουν αλεξίπτωτα δίχως να ξέρουν καλά το χειρισμό τους: έπεσαν στη θάλασσα και πολλοί πνίγηκαν, εκτός από εκείνον που ένας ψαράς
βρήκε στην ακτή που φαινόταν να κοιμάται και τώρα εκτίθεται στον ζωολογικό κήπο.
Οι άλλοι άγγελοι διαμένουν μ’ εμάς και μας φιλούν,
και καταλαμβάνουν αόρατοι τις κενές καρέκλες των κονσέρτων.
Να προσέχετε πολύ και να μη τους κάνετε κακό, γιατί λαβώνουν μόνο αυτούς που τους χτυπούν.


AMORENTE
Μετάφραση Σ.Καραγιάννης
Στον τραγουδοποιό Ενρίκε Μορέντε, στο αφιέρωμα σ’ αυτόν στο Αλμπαïθίν
Δεν είναι αυτός ο άνθρωπος ένας τραγουδοποιός: είναι ο κεραυνός για την ανάσταση των θαμμένων ποιητών κάτω απ’ την ιτιά του Σαν Χουάν ντε λα Κρουθ.
                        Καρδιά από βινίλιο, Ενρίκε
                      επίσης ονομάζεται έρωτας και για τον Μορέντε
                      μακρύς είναι ο σεμνός στίχος,
ενώ απλώνεται η παγωνιά του κόσμου
 και μια ηχώ χαϊδεύει την νύχτα, αιώνια πνοή.
ΜΟΥ ΗΤΑΝ ΕΝΤΕΛΩΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ
Μετάφραση Σ. Καραγιάννης
Εάν όλοι φορούν τα φτερά τους, πως θα ανακαλύψω ποιος είναι ο αληθινός άγγελος?
Βρίσκονται στις εξόδους του Μετρό στο Φουνενκανάλ,
η πατινάροντας, με το θορυβώδη τρόπο τους
η στη βουερή λεωφόρο, στο χώρο του κονσέρτου ενός γκρουπ
της μόδας, με τις πιτσιρίκες τους…
Τους συναντάς γοτθικούς, ερωτικούς η επιθετικούς, με τα σκισμένα παπούτσια,
καθώς επιστρέφουν στη γειτονιά τους. Αυτές, με μίνι φούστα και σέξι ενδυμασία, πλαγιασμένες σε ένα αδιάφορο φτερό με μακιγιάζ νωθρό και ξεβαμμένο.
Τόσο επίμονο ήταν το βλέμμα του μες στα μάτια μου, στην είσοδο της Τηλεφωνίας, που δεν μπόρεσα να αντιδράσω με άλλο τρόπο παρά πυροβολώντας τον, πριν
ορμήσει πάνω μου για να μου αρπάξει το υπερσύγχρονο κινητό μου και να με αφήσει
να καρδιοχτυπώ πάνω στο πεζοδρόμιο, ποδοπατώντας το, κάνοντάς το θρύψαλα.
Κατέφτασε το Πρώτων Βοηθειών.
Εμένα η αστυνομία με οδήγησε στο τμήμα για να καταθέσω δεμένο με χειροπέδες. Σήμερα ήρθε ο δικηγόρος στο κελί μου για να μου πει ότι δεν πέθανε, ότι φρόντισαν τις πληγές του από το βόλι και ότι ζήτησε να έχει ένα τετ α τετ μαζί μου αυτό το σαββατοκύριακο.

PAROLE, PAROLE
Mετάφραση: Α. Στεργίου
Αυτό το ξεχασμένο δόντι που έχει τη τελευταία του λάμψη κάτω απ τη ζεστή πέτρα, κάτω απ το στέρνο που κοιμάται.
Β. Αλεïξάντρε, “H λέξη”
Βλέπουμε να περνάνε λέξεις απ το ποτάμι. Διαλύεται όλο το σχέδιο που χείλη σαν φύλλα είχαν εκτοξεύσει στον αέρα
μιας φωνής ναυαγισμένης.
Περνάνε κορμοί δέντρων
μέσα από ένα χέρι που είναι μόνο του δίχως σώμα πια, ένα χέρι μόνο, με δαχτυλίδι.
Τόσο βιαστικό το ρολόι των νερών.
Λένε αντίο αυτές οι λέξεις-γράμματα που πια δεν ανήκουν
σε ονόματα, ρήματα, επιρρήματα ή επίθετα- κι ένα πουλί από ένα συμμετρικό σμήνος, χάνει τη πυξίδα του, δίχως ειδήσεις ούτε ωράριο άφιξης
ρουφώντας από ένα σύννεφο το χλωροφόρμιο. Σε αέναη περιφορά, σαν πληγωμένος κομήτης,
καρφώνει το ράμφος του στη λέξη. Υψώνει την άσπρη σημαία του: το ποίημα.
Το χέρι του πνιγμένου κρατάει το γράμμα άλφα και ξύνει το φλοιό του ξύλου. Στην όχθη,
μια μποτίλια γελάει διαφεύγοντας απ τα αμπάρια ενός πλοίου, γελάει
και το πράσινο των νησιών, τόσο μεθυσμένη που ονειρεύεται να δει τοπία αυτοκτόνων
που χειροκροτούν το τέλος της ανάγνωσης εκείνου του βιβλίου που πάει ενάντια στο ρεύμα και επιβιώνει.
Μια ταινία ξεκολλάει απ τον αστράγαλο του άντρα στάζοντας, σχεδόν αιμορραγώντας
σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα με λάθος σήμα.
Αν πλησιάζουν σειρήνες σαν κραυγές φίλων το ποίημα ποθεί να του γλύψει τη πληγή, όσο το δυνατόν συντομότερα, για να παρουσιαστεί καθάριο
την ώρα του τερματισμού, καθώς ξεφεύγει απ το ανάχωμα που το παρασέρνει προς το ποτάμι, μήπως κάποιος ψαράς ρίξει την πετονιά του και ζήσει την αγωνία του σ’αυτό το λιμάνι όπου μπορεί να δουν τα παιδιά το πτώμα
και να μην το αναγνωρίσουν οι φωτογράφοι.



ΠΟΙΗΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ
Mετάφραση Α. Στεργίου
Στον Πάμπλο Γκαρθία Μπαένα
Κόρδοβα αλαργινή και μόνη
Φ. Γκαρθία Λόρκα
Τολμούν να μου πουν: <μη πας στο ραντεβού>
Σορ Κριστίνα ντε Αρτεαγα.
Και τα πολύ μακρινά μάτια αναζήτησαν τους υδράργυρους όταν στο ποτάμι φτερούγες κολυμπούν τρομοκρατημένες δραπετεύοντας από τον καθρέφτη όπου η νύχτα φοβάται το φιλί ή το μαχαίρι
του θρυμματισμένου χρόνου, καλά φυλαγμένο σε μια θήκη.
Ξέρετε ότι αυτός ο αργυροχόος χαράζοντας τα σώματα στο παράξενο ψάρι του αγγέλου, αισθάνεται όπως ο καβαλάρης
τη δουλεμένη μοναξιά της νύχτας στα σπιρούνια του· τότε μια φωνή από αυλές σταματημένες εμφανίζεται ανάμεσα στις σελίδες του ανθρώπου και των τραγουδιών του
που αποκαλύπτουν το χέρι απλωμένο προς τους στίχους σαν χείλια στον ήλιο αναγγέλλοντας το αίμα που ποτίζει τις γλάστρες.
Κόρδοβα ήδη τόσο κοντά· ο χυμός σε διεκδικεί.